Μήπως τελευταία έχετε παρατηρήσει κάποια μεταβολή στην ποσότητα ή την ποιότητα των κολπικών εκκρίσεων; Μήπως αισθάνεστε ερεθισμό ή κνησμό στο αιδοίο ή στην είσοδο του κόλπου; Μήπως πάλι έχετε προσέξει την εμφάνιση κάποιας δερματικής βλάβης (φυσαλίδα, βλατίδα ή έλκος) στην περιοχή; Αν ναι, τότε είναι πολύ πιθανό να έχετε προσβληθεί από κάποιο λοιμογόνο παράγοντα που προκαλεί κολπίτιδα ή γενικότερα λοίμωξη στα γεννητικά όργανα.
Φυσιολογικοί μηχανισμοί άμυνας
Το αιδοίο, ο κόλπος και ο εξωτράχηλος κάτω από φυσιολογικές συνθήκες αποτελούν περιοχές εγκατάστασης διαφόρων λοιμογόνων παραγόντων, οι οποίοι γίνονται απειλητικοί μόνο αν μεταβληθούν οι φυσιολογικοί μηχανισμοί άμυνας οι οποίοι είναι οι παρακάτω:
Η οξύτητα του κόλπου: Υπό την επίδραση των ορμονών της ωοθήκης παράγεται γλυκογόνο από το κολπικό επιθήλιο, το οποίο μετατρέπεται σε γαλακτικό οξύ από τους βάκιλλους του Doderlein(γαλακτοβάκιλος του κόλπου). To γαλακτικό οξύ διατηρεί το pH του κόλπου όξινο, μεταξύ 4 και 5 και εμποδίζει την ανάπτυξη άλλων μικροοργανισμών.
Το παχύ στρώμα του κολπικού πλακώδους επιθηλίου: Αποτελεί ένα σημαντικό φυσικό φραγμό που μέσω της συνεχούς αποφολίδωσης της επιφανειακής στιβάδας εμποδίζεται η εγκατάσταση των βακτηριδίων. Στα κορίτσια και τις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες το επιθήλιο λόγω της έλλειψης των ωοθηκικών ορμονών είναι λεπτό και τραυματίζεται εύκολα.
Η κλειστή είσοδος του κόλπου: Στα κορίτσια ο κολπικός σωλήνας διατηρείται κλειστός από τον παρθενικό υμένα και προφυλάσσεται έτσι από τις λοιμώξεις. Με την έναρξη όμως της σεξουαλικής ζωής ο φυσικός αυτός φραγμός παύει να υφίσταται.
Οι αδενικές εκκρίσεις από τον τράχηλο και τους αδένες του προδόμου: Οι εκκρίσεις αυτές αποβάλλονται συνεχώς προς τα έξω συμβάλλοντας στον καθαρισμό του κόλπου. Επιπλέον περιέχουν ανοσοσφαιρίνες και σημαντικό αριθμό λεμφοκυττάρων, ενισχύοντας την άμυνα του κόλπου.
Κολπική έκκριση και λοίμωξη
Στην ενήλικη ζωή μια μικρή ποσότητα κολπικής έκκρισης είναι φυσιολογική και συνίσταται σε εκκρίσεις από τους αδένες του προδόμου, αποφολιδωμένα κύτταρα του κόλπου, αλκαλική βλέννη από τον τράχηλο και εκκρίσεις από τους αδένες του ενδομητρίου.
Η ανάγκη για χρήση ταμπόν ή σερβιέτας υποδηλώνει υπερβολική και παθολογική έκκριση. Επίσης η απότομη εμφάνιση υπερέκκρισης συνήθως σημαίνει λοίμωξη, ιδιαίτερα αν συμπίπτει χρονικά με λήψη αντισυλληπτικών δισκίων, με αντιβιοτική θεραπεία ή με μια σεξουαλική επαφή. Η φυσιολογική έκκριση είναι λευκή, αν έχει κιτρινοπράσινο χρώμα υποδηλώνει πυογενή λοίμωξη και συχνά συνοδεύεται από δυσάρεστη οσμή. Ανησυχητικό επίσης είναι το γεγονός η έκκριση να συνοδεύεται από ερεθισμό της περιοχής και κνησμό.
Η κολπική υπερέκκριση αποτελεί ένα από τα συχνότερα συμπτώματα που οδηγεί μια γυναίκα στο γυναικολόγο. Πολλές φορές από την εξέταση δε διαπιστώνεται κάποια λοίμωξη και πρόκειται για μια πολύ συνηθισμένη και φυσιολογική κατάσταση, τη λεγόμενη λευκόρροια που δεν είναι τίποτα άλλο από την αυξημένη σε ποσότητα αλλά φυσιολογική κατά τα άλλα κολπική έκκριση. Σε ένα σημαντικό ποσοστό όμως ανευρίσκεται κάποια μορφή λοίμωξης. Στο 90% των περιπτώσεων η φλεγμονή είναι ήπια και αντιμετωπίζεται εύκολα.
Συνήθεις λοιμώξεις του κατώτερου γεννητικού σωλήνα
Candida Albicans: Είναι ένας μύκητας που μπορεί να συμβιεί φυσιολογικά στον κόλπο σε μικρό αριθμό, αφού το όξινο περιβάλλον είναι ευνοϊκό για την επιβίωση του, χωρίς να προκαλεί συμπτώματα. Συμπτωματική λοίμωξη είναι δυνατό να προκύψει είτε τυχαία ή όταν υπάρχουν ορισμένες προδιαθεσικές καταστάσεις, όπως:
Η εγκυμοσύνη: Η υψηλή συγκέντρωση των στεροειδών ορμονών μπορεί να μεταβάλλει τοπικά την οξύτητα του κόλπου και να ευνοήσει την ανάπτυξη τους.
Η ανοσοκαταστολή: Αίτια που μπορεί να προκαλέσουν ανοσοκαταστολή είναι η λήψη φαρμάκων (χημειοθεραπευτικά, κορτικοστεροειδή) και παθήσεις όπως το AIDS.
Η λήψη αντιβίωσης: Η αντιβίωση δεν καταστρέφει μόνο τους εισβολείς που απειλούν τον οργανισμό αλλά και τα μικρόβια της φυσιολογικής χλωρίδας στα οποία περιλαμβάνονται και οι γαλακτοβάκιλλοι του κόλπου.
Ο σακχαρώδης διαβήτης: Είναι γνωστό ότι οι διαβητικοί είναι επιρρεπείς σε λοιμώξεις όπως είναι η μυκητιασική κολπίτιδα.
Τυπικά η ασθενής είναι μεταξύ 20 και 40 ετών και προσέρχεται για παχύρευστη κολπική έκκριση(λευκού χρώματος), κνησμό στην περιοχή των γεννητικών οργάνων και δυσπαρευνία.
Συνίσταται συνήθως τοπική θεραπεία με αντιμυκητιασικά φάρμακα σε μορφή κολπικής κρέμας ή υποθέτων, αλλά σε σοβαρότερες περιπτώσεις μπορεί να απαιτηθεί και συστηματική θεραπεία με λήψη δισκίων από το στόμα.
Βακτηριακή κολπίτιδα: Το κύριο χαρακτηριστικό αυτής της λοίμωξης είναι η μη ερεθιστική δύσοσμη υπερέκκριση που θυμίζει οσμή ψαριού. Η έκκριση είναι γκριζωπή, λεπτόρρευστη και πολλές φορές εμφανίζει φυσαλίδες, ενώ στο κολπικό επίχρισμα παρουσιάζονται χαρακτηριστικά κύτταρα διαγνωστικά της λοίμωξης(clue cells). Η θεραπεία είναι φαρμακευτική με μετρονιδαζόλη ή κλυνδαμυκίνη.
Trichomonas Vaginallis: Η τριχομονάδα του κόλπου προσβάλλει τον κόλπο και την ουρήθρα και μεταδίδεται κυρίως με τη σεξουαλική επαφή.
Η τριχομονάδα όταν φτάσει στον κόλπο καταναλώνει το γλυκογόνο σε βάρος των βάκιλλων του Doderlein, οι οποίοι τελικά εξαφανίζονται. Το αποτέλεσμα είναι το pH του κόλπου να αυξηθεί να φτάσει το 5,5 και να ευνοηθεί περαιτέρω η ανάπτυξη της. Στην οξεία φάση η ασθενής παραπονείται για πόνο, κνησμό, υπερέκκριση, δυσουρία και δυσπαρευνία. Στη λανθάνουσα φάση δεν υπάρχουν συμπτώματα.
Η θεραπεία είναι συστηματική με μετρονιδαζόλη από το στόμα και πρέπει πάντα να περιλαμβάνει το σεξουαλικό σύντροφο της γυναίκας.