Συμπτώματα

Ποια είναι τα συμπτώματα του Συνδρόμου PCOS;

Τα συμπτώματα είναι τα ακόλουθα:
• ακανόνιστη έμμηνος ρύση ή παντελής απουσία εμμήνου ρύσεως
• ακανόνιστη ωοθυλακιορρηξία ή και καθόλου ωοθυλακιορρηξία
• μειωμένη γονιμότητα: δυσκολία στη σύλληψη, αποβολές
• ανεπιθύμητη έντονη τριχοφυΐα στο σώμα ή στο πρόσωπο (δασυτριχισμός)
• Λιπαρό δέρμα, ακμή
• Λεπτά μαλλιά ή απώλεια μαλλιών από την κεφαλή (αλωπεκία)
• Προβλήματα βάρους: παχυσαρκία,δυσκολία στην απώλεια βάρους

Το PCOS επηρεάζει τις γυναίκες με διαφορετικούς τρόπους και κατά συνέπεια όλες οι γυναίκες δεν θα έχουν όλα τα παραπάνω συμπτώματα. Μερικές γυναίκες μπορεί να έχουν λίγα ή ήπια συμπτώματα, ενώ άλλες έχουν περισσότερρα από αυτά και σε εντονότερη μορφή. Τα συμπτώματα συνήθως παρουσιάζονται στην ενηλικίωση, όμως σε κάποιες περιπτώσεις εμφανίζονται περί τα μέσα της δεκαετίας των είκοσι.

 

Ωοθήκες και εμμηνορυσιακός κύκλος

Οι γυναίκες έχουν δυο ωοθήκες, οι οποίες βρίσκονται στα πλάγια της μήτρας. Οι κύριες λειτουργίες των ωοθηκών είναι να απελευθερώνουν τα ωάρια και να παράγουν ορμόνες. Όταν μια γυναίκα γεννιέται, οι ωοθήκες της περιέχουν ήδη όλα τα απαιτούμενα ωάρια για όλη τη διάρκεια της ζωής της. Κάθε ωάριο καλύπτεται με ένα κυτταρικό σχηματισμό που δημιουργεί το αρχέγονο ωοθυλάκιο. Σε ένα φυσιολογικό κύκλο, κάθε μήνα αρκετά ωοθυλάκια ξεκινάνε να μεγαλώνουν. Ένα από αυτά γίνεται το «κυρίαρχο» και τα υπόλοιπα εκφυλίζονται. Το κυρίαρχο ωοθυλάκιο μεγαλώνει πάνω από 20mm και απελευθερώνει το ωάριο, το οποίο κατευθύνεται και περνάει μέσα σε μια από τις δύο σάλπιγγες.  Αυτή η διαδικασία είναι γνωστή ως ωορρηξία. Εν τω μεταξύ, το εσωτερικό κάλυμα της μήτρας (το ενδομήτριο) παχαίνει για να προετοιμαστεί για την ενδεχόμενη εγκυμοσύνη. Αν δεν γονιμοποιηθεί το ωάριο, τότε το ενδομήτριο αποβάλλεται με τη μορφή της περιόδου περίπου 14 μέρες μετά την ωοθυλακιορρηξία. Ολόκληρη η διαδικασία καθοδηγείται από ένα πλήθος ορμονών. Οι ωοθήκες παράγουν τρεις σημαντικές ορμόνες τα οιστρογόνα, την προγεστερόνη και τα ανδρογόνα. Υπάρχει συνεχής αλληλορρύθμιση των ωοθηκικών ορμονών με τις ορμόνες που παράγονται από την υπόφυση στον εγκέφαλο, την θυλακιοτρόπο ορμόνη (FSH) και την ωχρινοτρόπο ορμόνη (LH).

 

Τι προκαλεί το PCOS;

Τα συμπτώματα του Συνδρόμου Πολυκυστικών Ωοθηκών προκαλούνται από διαταραχές σε μερικές ή σε όλες τις ορμόνες οι οποίες επηρεάζουν τον εμμηνορρυσιακό κύκλο. Αυτές οι διαταραχές μπορεί να περιλαμβάνουν: τιμές της LH, των ανδρογόνων και των οιστρογόνων άνω των φυσιολογικών ορίων και τιμές της FSH και της προγεστερόνης κάτω από τα φυσιολογικά όρια
Το κύριο ανδρογόνο είναι η τεστοστερόνη η οποία παράγεται από όλες τις γυναίκες στις ωοθήκες. Η τεστοστερόνη μετατρέπεται σε οιστρογόνο το οποίο και αποτελεί την κύρια θηλυκή ορμόνη.

Οι γυναίκες με το Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών μπορεί να παράγουν υψηλότερα από το φυσιολογικό τεστοστερόνη και αυτό μπορεί να επιφέρει τα συμπτώματα του συνδρόμου. Η τεστοστερόνη θεωρείται ως η ανδρική ορμόνη και η πραγματικότητα είναι ότι οι άνδρες παράγουν δέκα φορές περισσότερη τεστοστερόνη από ότι οι γυναίκες. Οι γυναίκες με Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών συνήθως έχουν ελαφρώς υψηλότερα επίπεδα τεστοστερόνης από το ανώτατο φυσιολογικό όριο ή κοντά στο ανώτατο φυσιολογικό επίπεδό για τις γυναίκες. Επίσης πιστεύεται ότι μπορεί να εμπλέκεται , ακόμα μια ορμόνη, η ινσουλίνη.

Η ινσουλίνη είναι μια ορμόνη η οποία παράγεται από το πάγκρεας και  ρυθμίζει τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα . Για πολλές γυναίκες με Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών έχει βρεθεί ότι έχουν αντίσταση στην ινσουλίνη δηλαδή οι ιστοί του σώματος αντιστέκονται στην επίδραση της ινσουλίνης με αποτέλεσμα το σώμα να πρέπει να παράγει περισσότερη ινσουλίνη. Φαίνεται ότι αυτά τα υψηλά ποσοστά ινσουλίνης επηρεάζουν τις ωοθήκες, προκαλώντας διαταραχές στις ορμόνες.
Ακόμα δεν έχει διαλευκανθεί τι προκαλεί αυτές τις ορμονικές διαταραχές. Μπορεί να εμπλέκονται πολλές διαφορετικές αιτίες και για αυτό μπορεί να εξηγηθεί γιατί διαφορετικές γυναίκες έχουν και διαφορετικά συμπτώματα. Η έρευνα συνεχίζεται σε αυτό το πεδίο.

Επί του παρόντος, πιστεύεται ότι υπάρχει κληρονομική σχέση, όπου μερικές γυναίκες κληρονομούν μεγαλύτερη πιθανότητα να έχουν το Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών, αλλά το να εκδηλώσουν το σύνδρομο επηρεάζεται από ένα πλήθος άλλων παραγόντων. Αυτοί οι παράγοντες είναι κυρίως η διατροφή και ο τρόπος ζωής.

 

Υπογονιμότητα και Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών

Αρκετές γυνάικες με πολυκυστικές ωοθήκες, ιδιαίτερα εκείνες με σχετικά φυσιολογικό κύκλο, έχουν τακτικά ωορρηξία και μπορούν να πετύχουν εγκυμοσύνη με φυσικό τρόπο. Σε κάποιες όμως, που έχουν αρραιομηνόρροια ή αμηνόρροια, επειδή η ωορρηξία συμβαίνει πολύ σπάνια ή καθόλου, είναι δύσκολη η επίτευξη εγκυμοσύνης. Σ΄αυτές τις περιπτώσεις το πρόβλημα λύνεται δίνοντας φάρμακα που προκαλούν ωοθυλακιορρηξία.

 

Ποιοι είναι οι κίνδυνοι για την υγεία;

Οι κύστεις (ωοθυλάκια) στις πολυκυστικές ωοθήκες δεν είναι επιβλαβείς και δεν απαιτούν χειρουργική αφαίρεση. Όμως οι ορμονικές  διαταραχές στις γυναίκες με Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών μπορεί να θεωρηθούν πιο επίφοβες για να δημιουργήσουν προβλήματα υγείας στην μετέπειτα ζωή τους. Οι γυναίκες με έντονα άτακτες περιόδους, δηλαδή λιγότερες από έξι το χρόνο, μπορεί να έχουν αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξουν σοβαρή παθολογία του ενδομητρίου, αν το ενδομήτριο γίνει πολύ παχύ. Ευτυχώς, αυτός ο τύπος παθολογίας του ενδομητρίου είναι πολύ σπάνιος και ο κίνδυνος μπορεί να μειωθεί σημαντικά με κατάλληλη θεραπεία, η οποία θα ρυθμίζει τη συχνότητα των περιόδων με χάπια προγεστερόνης ή με αντισυλληπτικά χάπια. Οι γυναίκες με το Σύνδρομο Πολυκυστικών Ωοθηκών οι οποίες έχουν και αντίσταση στην ινσουλίνη έχουν μεγάλη πιθανότητα να εκδηλώσουν διαβήτη. Αυτό είναι πιο πιθανό να εμφανισθεί στις υπέρβαρες γυναίκες αλλά μπορεί να εμφανισθεί και σε γυναίκες με φυσιολογικό βάρος.
Γυναίκες με αντίσταση στην ινσουλίνη έχουν επίσης τον κίνδυνο να εμφανίσουν καρδιοπάθεια στην μετέπειτα ζωή τους. Αυτοί οι κίνδυνοι μπορούν να μειωθούν σε ένα πολύ μεγάλο βαθμό με προληπτικά μέσα όπως η σωστή διατροφή και η άσκηση. Τα προληπτικά μέτρα είναι ιδιαίτερα σημαντικά για τις γυναίκες που είναι παχύσαρκες και έχουν οικογενειακό ιστορικό διαβήτη ή καρδιοπαθειών.