Η εργαστηριακή διάγνωση της κύησης γίνετε με τη μέτρηση της β υποομάδας της χοριακής γοναδοτροπίνης (β-hCG) στα ούρα ή στο αίμα.
Η β χοριακή γοναδοτροπίνη είναι μια ορμόνη που παράγεται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης Αρχίζει να παράγεται όταν το γονιμοποιημένο ωάριο εμφυτεύεται στο τοίχωμα της μήτρας, δηλαδή περίπου 7 ημέρες από τη γονιμοποίηση.
Τα συνήθη τεστ κύησης του εμπορίου είναι ικανά να διαπιστώσουν την εγκυμοσύνη τις πρώτες μέρες της καθυστέρησης. Η μέτρηση της β χοριακής γοναδοτροπίνης στο αίμα, μπορεί να μας δώσει το αποτέλεσμα πολύ πιο νωρίς, συνήθως στις 10 ημέρες από τη γονιμοποίηση.
Η μέτρηση των τιμών της β χοριακής γοναδοτροπίνης, πέρα από τη διάγνωση της κύησης μπορεί να βοηθήσει και στη διάγνωση ορισμένων παθολογικών καταστάσεων, που παρατηρούνται στην αρχόμενη εγκυμοσύνη. Για την εκτίμηση της εξέλιξης μιας κύησης απαιτούνται τουλάχιστον 2 τιμές που έχουν ληφθεί με απόσταση 48 ώρες, ενώ συχνά θα απαιτηθεί και συναξιολόγηση των τιμών αυτών με τα υπερηχογραφικά ευρήματα, για να εξαχθούν συμπεράσματα για την εξέλιξη μιας εγκυμοσύνης .
Η τιμή της β χοριακής γοναδοτροπίνης σε μια εγκυμοσύνη που εξελίσσεται φυσιολογικά, διπλασιάζεται κάθε 48-72 ώρες, μέχρι και την 9η εβδομάδα της κύησης. Στη συνέχεια μειώνεται σε χαμηλότερες τιμές, αλλά διατηρείται αυξημένη σε όλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Αύξηση των επιπέδων της β χοριακής γοναδοτροπίνης, μικρότερη του 50% σε διάστημα 48 με 72 ωρών ή σταθερά επίπεδα β χοριακής γοναδοτροπίνης, συνηγορούν για εξωμήτριο κύηση.
Μείωση των επιπέδων της β χοριακής γοναδοτροπίνης υποδηλώνει μια κύηση που δεν εξελίσσεται φυσιολογικά (παλίνδρομη κύηση, αποβολή).